- υπίατρος
- οβαθμός γιατρού αξιωματικού ανώτερος του ανθυπίατρου και κατώτερος του ιατρού, αντίστοιχος με το βαθμό του υπολοχαγού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
υπίατρος — ο, Ν στρ. βαθμός αξιωματικού τού υγειονομικού, αντίστοιχος τού υπολοχαγού. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + ιατρός. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως τού Βασιλείου τής Ελλάδος] … Dictionary of Greek
ανθυπίατρος — ο ο ανθυπολοχαγός στο σώμα του Υγειονομικού του στρατού ξηράς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανθ * + υπίατρος. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες] … Dictionary of Greek
ιατρός — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν ήρωας της αρχαίας Αθήνας ο οποίος είχε θεραπευτικές ιδιότητες. Επονομαζόταν ο εν άστει για να διακρίνεται από τον εν Μαραθώνι, που λατρευόταν στην Ελευσίνα και ήταν γνωστός και με το όνομα Αριστόμαχος. Το ιερό του Ι.… … Dictionary of Greek